συνηνέχθημεν

συνηνέχθημεν
συμφέρω
bring together
aor ind pass 1st pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • οφειλετικός — ή, ὁ (Μ ὀφειλετικός, ή, όν) [οφειλέτης] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον οφειλέτη («οφειλετικό υπόλοιπο» το χρεωστικό υπόλοιπο). επίρρ... ὀφειλετικῶς (Μ) με οφειλετικό τρόπο («διδασκαλίαν πυκνήν, ἧς ἕνεκεν ὀφειλετικῶς ἐνταῡθα συνηνέχθημεν»,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”